Τετάρτη 30 Αυγούστου 2017

ΕΚΤΟΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ




«Και άλλο έπεσεν επί το πετρώδες … και ευθέως εξανέ‐ τειλε δια το μη έχειν βάθος γης, ηλίου δε ανατείλαντος εκαυματίσθη, και δια το μη έχειν ρίζα εξηράνθη».
(Μάρκ. 4,5‐6)



[//287]

Επιστολή 26



ΥΠΕΡ ΤΗΣ ΕΙΡΗΝΗΣ ΤΟΥ ΣΥΜΠΑΝΤΟΣ ΚΟΣΜΟΥ

Η χριστιανική ψυχή δεν μπορεί να μην πάσχει στον κόσμο αυτόν. Η προσευχή για την ειρήνη στον κόσμο. Η στέρηση ως οδός γνώσεως της ανθρώπινης ψυχής.
Η αλληλοδιαδοχή κυμάτων σκότους και φωτός είναι η μοίρα του μοναχού.
Η ακαταμάχητη άγνοια.
Άθως,Ιερά Μονή Αγίου Παύλου, 23 Απριλίου/6 Μαΐου 1945 1
Χριστός Ανέστη!
Αγαπημένε εν Κυρίω πάτερ Δημήτριε, Χριστός εν τω μέσω ημών!
Τα χρόνια του πολέμου που πέρασαν ήταν γεμάτα από τα πιο ποικιλόμορφα, με υπερβολική ένταση βιώματα, που συγκλόνισαν την ψυχή ως   τα έσχατα βάθη της. Η εικόνα του Χριστού έρχεται πάντα σε μεγάλη αντίθεση προς την εικόνα του εμπειρικού μας είναι (κτηνώδους ή θηριώδους). Κατά τη διάρκεια λοιπόν του πολέμου, του τόσο μεγάλου και σκληρού ταυτόχρονα, η αντίθεση αυτή γίνεται ακόμη πιο έντονη. Γι’ αυτό και η ψυχή του χριστιανού  στον κόσμο αυτόν δεν μπορεί να μην πάσχει. Και το γεγονός ότι πάσχεις κι εσύ είναι τόσο κατανοητό, όσο και αναπόφευκτο. [//288] Στα παθήματα αυτά προστίθενται τα προσωπικά: κατακερματισμένη ζωή, απώλεια συγγενών και οικείων. Έτσι εσύ έχασες τον αδελφό σου.
Παρόλα αυτά χάρηκα υπερβολικά με το γράμμα σου, γιατί επιτέλους ύστερα από τέσσερα χρόνια χωρισμού σε βρήκα πάλι.
Πάντοτε ήμουν βέβαιος ότι ζεις, και από τότε που αποχώρησαν οι  Γερμανοί από την Ελλάδα περίμενα ειδήσεις σου και ως ένα βαθμό απορούσα που δεν τις είχα. Αυτό όμως οφείλεται στον μοναχό εκείνον που δεν μου διαβίβασε το πρώτο σου γράμμα. Περίεργοι άνθρωποι! Πόσες φορές δεν έπαθα ήδη κάτι παρόμοιο. Χωρίς να το θέλεις χάνεις την εμπιστοσύνη.





1 Η Επιστολή αυτή γράφθηκε από τη Μονή του Αγίου Παύλου στον Άθω, όπου ο π. Σωφρόνιος έγινε πνευματικός. Πρόκειται για την απάντηση στην Επιστολή 5 του Δ. Μπάλφουρ (8 Απριλίου 1945). Βλ. Παράρτημα ΙΙ,6: «Χρόνια αθεΐας», σσ. 387‐388.


Εκατομμύρια ψυχών εύχονται στον Θεό για ειρήνη. Μαζί τους ενώθηκα κι εγώ. Στην απόγνωσή μου αυτά τα χρόνια ως παράφρων, με αναίδεια και θρασύτητα, κάποτε με πόνο που με οδηγούσε σχεδόν ως τον θάνατο, ικετεύω κι εγώ τον Θεό να δώσει ειρήνη στον κόσμο.
Και αν η προσευχή υπερνικήσει τη σκοτεινή δύναμη του εγκληματικού, αδελφοκτόνου εγωϊσμού και επιτευχθεί η ποθητή ειρήνη, τότε ίσως μας δοθεί και η δυνατότητα, έστω και για λίγο, να ζήσουμε μαζί. Πάντοτε το επιθυμούσα, τώρα ακόμη περισσότερο. Το αναφέρω, για να το έχεις κατά νουν, αν ποτέ αισθανθείς την κλήση γι’ αυτό.
Έλαβα το γράμμα σου μόλις χθες, 22 Απριλίου/5 Μαΐου 1945. Ο πατήρ Γεράσιμος ζει στο σπήλαιο του Αγίου Αθανασίου. Έχει γραφεί στην Λαύρα. Για πολύν καιρό δεν τον είδα, αλλά ευτυχώς ήρθε στον Άγιο Παύλο για το Πάσχα. Είναι ακριβώς ο ίδιος, όπως και πριν, ωστόσο αδυνάτισε λίγο.
Θα ήθελα να τελειώσω το γράμμα, αλλά θυμήθηκα ότι ίσως πρέπει να γράψω κάτι και για μένα.
Κατά τη διάρκεια των χρόνων αυτών οι φρικαλεότητες [//289] του πολέμου (βομβαρδισμοί, εκκενώσεις οικοσμών και λοιπά) δεν μας άγγιξαν άμεσα. Κατά καιρούς μάλιστα υπήρχε μεγαλύτερη ησυχία, περισσότερη ερημιά, εξωτερική νέκρα, περισσότερο από ότι πριν από τον πόλεμο. Βασικά αισθανόμασταν τη στέρηση όλων σχεδόν των αναγκαίων. Και όμως επέζησα σχετικά ομαλά.  Δηλαδή κι εγώ πέρασα μεγάλη φτώχεια, κάποτε μάλιστα και σωματικούς κόπους που ξεπερνούσαν τις δυνάμεις μου, αλλά χαίρομαι για την εμπειρία αυτή, γιατί γνώρισα βαθύτερα την ανθρώπινη ψυχή. Ξόδεψα πολύ χρόνο παλεύοντας για ένα κομμάτι μαύρο ψωμί. Κατά περιόδους όμως είχα και τη δυνατότητα να διαβάσω και να ησυχάσω. Σύμφωνα με την αρχή του πατρός Σιλουανού: «Για να γίνεις ελεύθερος, πρέπει να δεσμεύσεις τον εαυτό σου»2.
Περίοδοι απογνώσεως εναλλάσονταν με περιόδους που με κατέκλυζε το αίσθημα της θείας αγάπης.
Η εναλλαγή των κυμάτων του σκότους και του φωτός, όπως ξέρεις, είναι η μοίρα του μοναχού.

Η ψυχή άλλοτε με οδυνηρό τρόπο ζητεί τον Θεό, άλλοτε πάλι  με ισχυρή και γλυκειά αίσθηση ελκύεται από τον Χριστό, αγαπά τον Χριστό. Τον αισθάνεται μέσα της, ενώ έπειτα αποχωρεί πάλι αυτό το φως και μένει μόνη.
Η εμπειρία της πνευματικής πατρότητος είναι εξαιρετικά ενδιαφέρουσα, αλλά και η άσκησή της, δηλαδή ο αγώνας στην καρδιά του αδελφού ενάντια στο πάθος που τον βασανίζει, υπερβολικά δύσκολη. Με άλλα λόγια είναι ανάγκη να τον δεχθείς στην καρδιά σου και να ζήσεις τον πειρασμό του ως προσωπικά δικό σου.
Δυστυχώς πολύ συχνά συναντάς εκείνο που θα ονόμαζα «ακατανίκητη άγνοια» «ignorance invincible» (όρος του Πάπα Πίου του 9ου, με κάπως διαφορετική  σημασία).  Η  [//289]  απόπειρα  ωστόσο  να  μεταδώσεις  το  λόγο  του




2 Ο άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης, σ. 82.


Χριστού οδηγεί στο αντίθετο αποτέλεσμα, στην αποστροφή και την εχθρότητα.
«Ζητείτέ με, αποκτείναι, ότι ο λόγος ο εμός ου χωρεί εν υμίν»3. Στις περιπτώσεις αυτές η ψυχή μου βιώνει βαρειά ερήμωση, που φθάνει κάποτε ως την εξάντληση. Ευχαριστώ για ό,τι μου έστειλες. Με προτρέπεις να σου γράφω τί μου χρειάζεται. Γράφω ολόκληρο κατάλογο, από τον οποίο, παρακαλώ, διάλεξε ό,τι
είναι εύκολο να προμηθευθείς, γιατί δεν έχω απόλυτη ανάγκη από τίποτε.
1)  Φανέλλα (φορώ Νο. 19).
2)  Εσώβρακα μάλλινα ή βαμβακερά.
3)  Κάλτσες (το ίδιο μέγεθος με σένα, ίσως ελάχιστα μικρότερο).
4)   Λαστιχένιες σόλες για παπούτσια, που είναι τόσο απαραίτητες για τους δρόμους του Άθω.
5)  Κάτι για τον καθαρισμό των δοντιών.
Επαναλαμβάνω ότι από όλα αυτά δεν έχω απόλυτη ανάγκη και μπορώ να τα καταφέρω και με αυτά που έχω.
Θα χαρώ πολύ να σε δω.
Με αγάπη εν Χριστώ ο ανάξιος αδελφός σου, ο αμαρτωλός ιεροδιάκονος Σωφρόνιος
Υ.Γ. Στη διεύθυνση αντί Ρώσου γράφε Πνευματικού.
































3 Ιωάν. 8,37.

[//291]

Επιστολή 27



Η ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ ΚΑΙ ΤΑ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΑ ΔΕΣΜΑ

Τα «δεσμά» του μοναχισμού και της ιερωσύνης. Οι διωγμοί κατά του μοναχισμού. Η ελευθρεία που μας δόθηκε με τον Χριστό. Δεν υπάρχει χριστιανισμός έξω από την Εκκλησία. Η κληρονομιά των Αγίων. Η ψυχή παραμένει ελεύθερη παρόλες τις δεσμεύσεις. Η σχέση της εσωτερικής
πνευματικής ζωής με τις δογματικές αντιλήψεις.
Καλύβη Αγίας Τριάδος, 8/21 Αυγούστου 1945 1
Δεν έστειλα το γράμμα. Η βάρκα θα φύγει αύριο. Τόσο το καλύτερο· μπορώ να συνεχίσω.
Σκέφτεσαι λοιπόν ότι εγώ δεν σε καταλαβαίνω. Το πρώτο που οφείλω να καταλάβω είναι, μου φαίνεται, η επιθυμία σου να ελευθερωθείς από εκείνα τα δεσμά που σου επιβάλλουν η ιερωσύνη και ο μοναχισμός. Και αυτό είναι τόσο εύκολο να το καταλάβω. Πόσες φορές εγώ ο ίδιος έζησα και ζω ακόμη τη στενότητα και το βάρος των δεσμών αυτών. Αρκεί και η πιο επιφανειακή γνωριμία με τους κανόνες της Εκκλησίας και τους νόμους του κράτους για τον μοναχισμό και την ιερωσύνη, για να καταλάβεις πως η στενοχώρια μας αγγίζει τα έσχατα όρια, καθώς η συμπεριφορά των έξω απέναντί μας φτάνει να πάρει τη μορφή διωγμού. [//292] Η αποταγή του κόσμου από την πλευρά μας συντείνει,  ώστε ο κόσμος να μας εκδικείται με απόρριψη και διωγμό και μίσος, ιδιαίτερα απέναντι στο μοναχισμό. Ο μοναχισμός διώκεται ακόμη και από την εκκλησιαστική εξουσία. Θα μπορούσε κάποιος να ρωτήσει επάνω σε ποιά βάση, για ποιό λόγο επιχειρούνται όλα αυτά εναντίον μας;
Μήπως άραγε μας παραχώρησαν κάποια δικαιώματα και προνόμια, ώστε να μας δεσμεύουν με αντίστοιχες υποχρεώσεις; Γνωρίζω και περιπτώσεις, κατά τις οποίες ιερείς και μοναχοί, ταραγμένοι από παράλογους σαδιστικούς εμπαιγμούς επισκόπων και άλλων εκκλησιαστικών αρχών, απαρνήθηκαν την ιερωσύνη και τα ράσα, όχι όμως και τον Χριστό. Τα απαρνήθηκαν, για να ζήσουν ελεύθερα εν Χριστώ, να παραμείνουν στην ελευθερία εκείνη, την οποία όπως  λέει ο Απόστολος Παύλος, κέρδισε για μας ο Χριστός2.
Και αν αυτό το αισθάνονται οι Έλληνες και οι Ρώσοι, πόσο μάλλον εσύ, ο Άγγλος, πρέπει να το ζεις με μεγαλύτερη ένταση και οδύνη. Και αν αρχίσω να σου μιλώ για τον εαυτό μου –γιατί ως τώρα τα υπομένω όλα αυτά ή τί μου δίνει  τη δύναμη να τα υπομένω ή με ποιόν τρόπο να παλεύω, όπως εσύ, για την εσωτερική μου πνευματική ελευθερία –, τότε θα σου εξομολογηθώ και αυτό.




1 Η Επιστολή αυτή γράφθηκε από τη σπηλιά της Αγίας Τριάδος, κοντά στον αρσανά της Μονής του Αγίου Παύλου. Σε αυτή, όπως και στην επόμενη, απαντά στην Επιστολή 7 του Δ. Μπάλφουρ (21 Ιουλίου 1945). Βλ. Παράρτημα ΙΙ,7: «Αφύπνιση», σσ. 389‐392.
2 Πρβλ. Γαλ. 5,1.


Αποτελεί βαθειά πεποίθησή μου (και όχι απλή πίστη) ότι ο χριστιανισμός δεν μπορεί να μην είναι εκκλησιαστικός, αν εξετάσουμε προσεκτικά την Εκκλησία ως σώμα του Χριστού ή ως ιστορικό φαινόμενο, ως κοινότητα χριστιανών. Η τελευταία της ιδιότητα, δηλαδή αυτή της κοινότητος των χριστιανών, αναπόφευκτα επιβάλλει τις γνωστές εσωτερικές υποχρεώσεις. Οπωσδήποτε είναι ανάγκη να εκτιμήσουμε την κατάσταση και τις απαιτήσεις των αδελφών‐μελών. Η δική μου μέθοδος της πάλης για ελευθερία [//293] συνίσταται στην ύψιστη εφικτή για μένα απομάκρυνση και τον αυτοπεριορισμό. Δηλαδή δεσμεύω τον εαυτό μου τόσο πολύ, ώστε να μην αισθάνομαι τα δεσμά που επιβάλλει σε μένα η Εκκλησία και η κοινωνία. Και το θεωρώ αυτό αναγκαίο, για να μη χάσω ό,τι θετικό μου δίνει η Εκκλησία, διαφυλάσσοντας συνάμα όσο είναι δυνατό την ελευθερία μου. Τί είναι λοιπόν αυτό που μου δίνει η Εκκλησία; Τα μυστήρια: το Βάπτισμα, τη μετάνοια, την κοινωνία, την ιερωσύνη κ.λ.π.
Μέσα από την Εκκλησία, σύμφωνα πάντα με το μέτρο των δυνατοτήτων μου, γίνομαι κληρονόμος της πιο μεγαλειώδους παραδόσεως που υπάρχει στην ιστορία της ανθρωπότητος.
Δια μέσου της Εκκλησίας και μέσα στην Εκκλησία ζω συνεχώς την πιο ζωντανή σχέση με τον Ιωάννη τον Θεολόγο και τον Παύλο και τους Αποστόλους, με τον Αθανάσιο, τον Βασίλειο και τους άλλους Πατέρες, με τον Αντώνιο και τον Σισώη, με τον Μακάριο και τον Ισαάκ, με τον Μάξιμο και τον Συμεών τον Νέο Θεολόγο, με τον Γρηγόριο Παλαμά, τον Σεραφείμ του Σάρωφ. Αυτοί είναι οι οικείοι μου, οι συγγενείς μου. Τους παρέλαβα όμως στην εκκλησιαστική τάξη. Έξω από την Εκκλησία ο σύνδεσμος μαζί τους εξασθενεί. Έστω και σε μικρότερο μέτρο, ζω όμως την ίδια ζωή με αυτούς. Δια μέσου της Εκκλησίας διαμορφώνω στη συνείδησή μου την εικόνα του από άπειρη αγάπη Εσταυρωμένου για τις αμαρτίες μας Χριστού· εικόνα, που πάντοτε με πράο, αλλά έντονο τρόπο, ελκύει την ψυχή μου! Και να, όλα αυτά μου δίνουν τη δύναμη να υπομένω πολλά ανόητα διεστραμμένα, που συναντάμε στο εκκλησιαστικό περιβάλλον.
Μίλησα για την απομάκρυνσή μου από την εκκλησιαστική κοινότητα. Συχνά όμως συναντούμε στην ιστορία της Εκκλησίας τα παραδείγματα εκείνων που επιστρέφουν σε αυτό το πνευματικά ακαλλιέργητο περιβάλλον ώστε, κατά το [//294] παράδειγμα του Χριστού, να θυσιάσουν την ψυχή τους για  την αδελφότητά τους. Αυτό συμβαίνει και πάλι στην Εκκλησία.
Πολλά είναι τα αρνητικά, τα ανόητα που δεσμεύουν, αλλά ωστόσο, ακόμη περισσότερα είναι τα θετικά.
Μου φαίνεται πως η έξοδος από την Εκκλησία για την ελευθερία τελικά προκαλεί φθορά. Προσωπικά μπορώ να διαπιστώσω ότι στην έσχατη ορμή μου να αποκτήσω την αγάπη του Χριστού η ψυχή παραμένει ελεύθερη από όλα τα δεσμά που επιβάλλουν στο μοναχό η Εκκλησιά και η κοινωνία – ο κόσμος.
Λες: «Με την εσωτερική πάλη απέκτησα κάποια πνευματική ελευθερία».
Τολμώ να πω: «Δεν νομίζω ότι η ελευθερία σου είναι μεγαλύτερη από εκείνη που έχω εγώ στην έρημο».
Όταν όμως βρίσκομαι μεταξύ άλλων μοναχών, προσαρμόζομαι στις αρχές της δικής τους ζωής.


Δεν θέλω να αντιλέγω, να σου δίνω βάρος. Μιλώ για τον εαυτό μου, για να εννοήσεις ότι κι εγώ, όχι σε μικρότερο βαθμό από σένα, αισθάνομαι τα στενά όρια του περιβάλλοντος της εκκλησιαστικής κοινότητας.
Δεν προσπαθώ και δεν προσπάθησα «να περιορίσω τον εαυτό μου σε αποκλειστικά ομολογιακά πλαίσια». Αλλά συναισθάνομαι βαθιά πόσο στενή και άρρηκτη είναι η σχέση της ασκητικής μας ζωής με τις βασικές δογματικές θέσεις. Έτσι για παράδειγμα, όταν προσεγγίζω τη διδασκαλία του Ιωάννου του Σταυρού, αναγνωρίζω τη σχέση του με τη διδασκαλία του Αυγουστίνου για τις συνέπειες του προπατορικού αμαρτήματος. Όταν συναντώ τον Σλαϊερμάχερ3, δεν μπορώ να μη διαπιστώσω ότι ο δίχως δογματική χριστιανισμός [//295] του, η αδογματική του πίστη, τον οδήγησε σε σημείο να χαρακτηρίσει την πανθεϊστική κοσμοθεωρία  του  Σπινόζα4  ως  την  κλασική  έκφραση  της  θρησκευτικής  ζωής
(υπονοώντας ότι πρόκειται για τη γνήσια, την αληθινή).
Γενικά η πείρα και η μελέτη αποδεικνύουν σαφώς τη στενή σχέση της εσωτερικής πνευματικής ζωής με τις δογματικές θεωρήσεις.
Εγώ προσωπικά θεωρώ αναγκαίο να είμαι ιδιαίτερα προσεκτικός.
Πιστεύω στον Χριστό. Πιστεύω τον Χριστό. Είμαι δεμένος με την αγάπη  του Χριστού. Εμπιστεύομαι μόνο τον Χριστό που γνώρισα στην Εκκλησία.
Κάποια στιγμή η αναζήτηση του «αυθεντικού είναι» με οδήγησε στον Άθω.
Τώρα με όλες τις δυνάμεις της ψυχής μου επιθυμώ να ομοιάσω, έστω και  σε ελάχιστο βαθμό, με τον Χριστό, γιατί σε Αυτόν υπάρχει για μένα αυθεντική, αιώνια, θεία ζωή. Σταμάτησα να αναζητώ.
Φαίνεται πως μίλησα πολύ, και μάλιστα εκτός θέματος. Θα προτιμούσα να ζω μαζί σου. Τότε ίσως θα μπορούσες να πεισθείς ότι είμαι σε ικανοποιητικό βαθμό ελεύθερος. Αν όμως ήταν δυνατό, θα προτιμούσα να ζούσαμε στην Παλαιστίνη.
Το γράμμα σου μου δημιούργησε την εντύπωση ότι με θεωρείς ως κάποιον μικρονοϊκά φανατικό ομολογιακό, παρόμοιο με ορισμένους ζηλωτές του Άθω. Αν δεν ήταν έτσι, θα με τιμούσες με μεγαλύτερη εμπιστοσύνη.
Με μεγάλη εν Χριστώ αγάπη,
Ο Υμέτερος Σωφρόνιος
Ειρήνη σοι!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου