Τετάρτη 30 Αυγούστου 2017

ΤΟ ΘΕΙΟ ΘΕΛΗΜΑ ΠΟΥ ΟΔΗΓΕΙ ΣΤΟΝ ΓΟΛΓΟΘΑ


Επιστολή 24

ΤΟ ΘΕΙΟ ΘΕΛΗΜΑ ΠΟΥ ΟΔΗΓΕΙ ΣΤΟΝ ΓΟΛΓΟΘΑ
Η απονομή τίτλου. Η γνώση του θελήματος του Θεού. Το βιβλίο του Ιωάννη του Σταυρού.
Άθως, 17‐18/30‐31 Μαΐου 1936 1
Πολυσέβαστε πάτερ Δημήτριε, Ευλογείτε.
Ο Γέροντας πατήρ Σιλουανός και εγώ χαιρόμαστε με την προαγωγή σας στο βαθμό του αρχιμανδρίτη και σας συγχαίρουμε ολόψυχα. Ευχόμαστε και «εις ανώτερα».
Είμαστε ευτυχείς, γιατί οι περιστάσεις γίνονται για σας τόσο ευνοϊκές. Ο Γέροντας Σιλουανός λέει ότι αυτό γίνεται για να σας παρηγορήσει για τις θλίψεις που υποφέρατε εδώ. Του διάβασα τα γράμματά σας μόλις αυτές τις ημέρες, γιατί ήμουν άρρωστος. Δεν έβγαινα από το νοσοκομείο, ενώ ο πατήρ Σιλουανός δεν γνώριζε ότι ήμουν κατάκοιτος.
Το ζήτημα σχετικά με το πού θα παραμείνετε μπορούμε να θεωρήσουμε  ότι έληξε οριστικά και δεν υπάρχει ανάγκη να επανέλθουμε πάλι σε αυτό μετά από τα γράμματά σας.
Ο Γέροντας Σιλουανός λέει ότι, αν σύμφωνα με τη γνώμη αξιόπιστων ανθρώπων το θέλημα του Θεού είναι να ζήσετε στην Ελλάδα και να σπουδάσετε, τότε από δικής του πλευράς υπολείπεται μόνο να ευχηθεί καλή επιτυχία.
[//271] Έπειτα εμείς μιλήσαμε γενικά για το πώς γνωρίζεται το θέλημα του Θεού και ποιές μορφές παίρνει.
Μπορούμε να πούμε ότι στον κόσμο όλα ανεξαιρέτως τελούνται κατά το θέλημα του Θεού και αυτό δεν θα θεωρηθεί λάθος.
Ωστόσο οι ευσεβείς άνθρωποι ποτέ δεν παύουν να αναζητούν το θέλημα του Θεού. Εδώ βέβαια εννοούμε ως θέλημα του Θεού, «το αγαθόν και ευάρεστον και τέλειον»2. Αυτός που είναι προικισμένος να γνωρίζει με τελειότερο τρόπο το τελευταίο τοποθετείται πιο ψηλά. Πάνω στη βάση αυτήν οικοδομείται η Θεία Ιεραρχία (Διονύσιος Αρεοπαγίτης).
Ο Γέροντας Σιλουανός (και πολύ περισσότερο εγώ) δεν προσποιούμαστε ότι κατέχουμε το μεγάλο αυτό δώρο, και γι’ αυτό δεν μπορούμε να μην υποχωρήσουμε, όταν κάποιος ανώτερος από μας μαρτυρεί διαφορετικά απ’ ό,τι εμείς.
Δεν τολμούμε να εναντιωθούμε στο θέλημα του Θεού. Η επίδειξη τόλμης γίνεται τόσο πιο δύσκολη, όσο περισσότερο ο άνθρωπος συνειδητοποιεί την ευθύνη του ενώπιον του Θεού για τη συμβουλή και την υπόδειξη που δίνει. Κι




1 Η Επιστολή αυτή είναι απάντηση στις Επιστολές: 2 (11 Μαΐου 1936) (βλ. Παράρτημα ΙΙ,2:
«Ο ίδιος για τον εαυτό του»), σσ. 360‐365, και 3 (Απρίλιος‐Μάϊος 1936) (βλ. Παράρτημα ΙΙ,3: «Ο Ιωάννης του Σταυρού»), σσ. 366‐371.
2 Ρωμ. 12,2.


εμείς φοβούμαστε τον Θεό. Τώρα είμαστε καλύτερα. Είμαστε αναπαυμένοι και ευτυχείς για σας, γιατί κι εμείς δε ζητούσαμε για σας τίποτε άλλο, παρά το θέλημα του Θεού. Είναι καλύτερα για μας τα πράγματα ακόμη και για το λόγο ότι τώρα σε περίπτωση λάθους η ευθύνη βαραίνει περισσότερο εκείνον που ακολουθήσατε.
Σύμφωνα λοιπόν με τα γράμματά σας είναι φανερό ότι με τις προσπάθειες όλων βρέθηκε το θέλημα του Θεού.
Ας είναι ο Κύριος μαζί σας. Η δυσκολία στην αναζήτηση του θελήματος  του Θεού έγκειται στο ότι δεν υπάρχουν εξωτερικά σημεία, σύμφωνα με τα οποία θα μπορούσε κάποιος να αποφανθεί με κατηγορηματικό τρόπο σχετικά με [//272] το ζήτημα αυτό. Ούτε οι ευνοϊκές περιστάσεις ούτε αντιθέτως οι θλίψεις και οι δυσκολίες συνιστούν οριστικό κριτήριο.
Υπάρχει ακόμη μια περίπτωση, εκτός από εκείνες που αναφέρατε στο γράμμα σας, κατά την οποία μας στερείται η δυνατότητα να είμαστε επίμονοι και να απαιτούμε υπακοή.
Το θέλημα του Θεού οδηγεί συχνά στον Γολγοθά. Όποιος το συνειδητοποίησε αυτό, όποιος βάδισε ο ίδιος την οδό αυτή, είναι αμφίβολο αν θα τολμήσει να είναι επίμονος και επιτακτικός.
Το προηγούμενο γράμμα μου σε σας έκλεινε με την εξομολόγηση της απεγνωσμένης ψυχικής μου καταστάσεως.
Εσείς μου στείλατε για παρηγοριά και οικοδομή απόσπασμα από το βιβλίο του Ιωάννου του Σταυρού και με αναγκάσατε να διαβάσω όλο το βιβλίο. Αυτό  για μένα είναι πραγματικός αγώνας. Εσείς γνωρίζετε ότι ήδη από καιρό έχασα την ικανότητα για εργασία. Ακόμη και στα ρωσικά μου είναι δύσκολο να διαβάσω, έστω και μερικές σελίδες, από σοβαρό βιβλίο. Αλλά τώρα σας είμαι πολύ ευγνώμων και για το μεταφρασμένο απόσπασμα που με παρακίνησε να διαβάσω το βιβλίο, και για το ίδιο το βιβλίο και για όλη την αγάπη σας προς εμέ.
Η απάντησή σας στο παράπονό μου αποκάλυψε μια καινούργια πλευρά σας και σας έκανε εκ νέου οικείο σε μένα.
Από φόβο μήπως παρεξηγηθώ, και συνεπώς σκανδαλίσω, αποφεύγω να μιλήσω για την προσωπική μου ψυχική κατάσταση. (παράδειγμα ο Ρωμανός).

Από την άλλη πλευρά θεωρώ ωφέλιμο κάποτε να μιλήσω σε άνθρωπο οικείο κατά το πνεύμα για τις δυσκολίες της ζωής μας. Ενδέχεται πάλι να σφάλλω …
Προσωπικά όμως πάντοτε αντλώ νέες δυνάμεις, όταν γνωρίζω τι  υπέφεραν εκείνοι, που πριν από μας βάδισαν την ίδια οδό.
[//273] Από την άποψη αυτή το βιβλίο του Ιωάννου του Σταυρού  αποδείχθηκε χρήσιμο.
Ο Ιωάννης του Σταυρού με κατέπληξε με τη βαθειά ψυχολογική του ανάλυση. Περιγράφει με καταπληκτική αλληλουχία και πληρότητα μερικές ψυχικές καταστάσεις, με τις οποίες κυρίως ασχολείται.
Γι’ αυτό, ενώ σε θέματα ορολογίας απέχει σημαντικά από τους Ανατολικούς   Πατέρες,   στις   βασικές   ηθικο‐δογματικο‐μυστικές   θέσεις   του


συμφωνεί μαζί τους και στέκεται στο ίδιο ύψος με τους μεγαλύτερους  συγγραφείς του ανατολικού ασκητισμού.
Διαβάζοντας τον Ιωάννη του Σταυρού, εντοπίζοντας μεμονωμένα χωρία, κάποτε ολόκληρες σελίδες (ακόμη και σειρά σελίδων), όπου με καταπληκτική ακρίβεια περιγράφει ό,τι κι εγώ έτυχε να ζήσω με τον ένα ή τον άλλον τρόπο, αισθάνθηκα να πλημμυρίζω από δύναμη και αποφασιστικότητα να υπομείνω με ευγνωμοσύνη τις αναπόφευκτες θλίψεις και δυσκολίες του δρόμου μας.
Ίσως κάποτε μιλήσουμε γι’ αυτό λεπτομερέστερα. Κουράστηκα να γράφω. Όσο και αν διαφοροποιήθηκαν οι δρόμοι μας εδώ, πιστεύω ότι τα χαρίσματα  και  η  κλήση  του  Θεού  είναι  αμετάκλητα3,  και  ότι  στον  μέλλοντα
αιώνα η αγάπη του Θεού θα μας ενώσει πλέον με τέλειο τρόπο.
Αφοσιωμένος σε σας,
o αμαρτωλός ιεροδιάκονος Σωφρόνιος Υ.Γ. Ευχαριστώ για τις φωτογραφίες. Σας χαιρετίζει ο πατήρ Πινούφριος.




































3 Βλ. Ρωμ. 11,29.

[//274]

Επιστολή 25

Ο ΑΛΗΘΙΝΟΣ ΜΟΝΑΧΙΣΜΟΣ
Το μεγαλείο της κλήσεως και η προσωπική μηδαμινότητα.
Η συνάντηση με τον π. Ιωάννη Σαχοφσκόϋ.
Ο μοναχισμός. «Ζωντανοί στον άδη». Ο αγώνας για αυτογνωσία. Η απέκδυση του κτιστού κόσμου. Η κάμψη του μοναχισμού στον Άθω. Για τον
Ιωάννη του Σταυρού.
Τα βάσανα και το καθαρτήριο.
Άθως, 10/23 Σεπτεμβρίου 1936 1
Αγαπημένε εν Κυρίω, βαθυσέβαστε πάτερ Δαβίδ, Ευλογείτε!
Με τα γράμματά σας μετά την αναχώρησή σας από τον Άθω μου γίνατε εκ νέου οικείος. Θα έλεγα ότι τώρα στο πρόσωπό σας βρήκα ένα νέο αδελφό, πολυτιμότερο από κάποια άποψη από όσο σας θεωρούσα παλαιότερα.
Τα γράμματά σας άρχισαν να αποκτούν χαρακτήρα σοβαρό, μοναχικό2. Πρόκειται άραγε για καινούργιο τόνο [//275] στις διαθέσεις σας ή τώρα μόλις ανακαλύψατε τον πραγματικό εαυτό σας που νωρίτερα κρύβατε, και η ανακάλυψη αυτή προέκυψε μαζί με την επιθυμία σας να με εμψυχώσετε στην άθλια κατάστασή μου;
Θυμάμαι ότι πριν τέσσερα χρόνια γράψατε από τη Λίτβα γεμάτος ανησυχία: «Πώς είναι δυνατό να κρατά κάποιος το νου του στον άδη … μήπως αυτό είναι φαντασία; ότι δεν επιτρέπεται στην προσευχή …». Τώρα όμως το κατανοήσατε και το εκφράσατε τόσο απλά και καθαρά στο γράμμα σας προς τον Γέροντα πατέρα Σιλουανό.
Τώρα αποτελείτε εσείς για μένα στήριγμα χάρη στην πληρέστερη και αμοιβαία κατανόηση που υπάρχει ανάμεσά μας. Εκείνο λοιπόν, για το οποίο νωρίτερα δεν τολμούσα να μιλήσω, για να μη σας σκανδαλίσω ή σας τρομάξω, βρέθηκε τώρα στο επίκεντρο της προσοχής σας. Είμαστε ωστόσο τόσο λίγοι («μικρό ποίμνιο»3), ώστε ο καθένας ξεχωριστά, έτοιμος να πορευθεί στην στενή και τεθλιμμένη αυτή οδό, αποτελεί μεγάλο ηθικό στήριγμα για όσους αποκάμνουν και ολιγοψυχούν, όπως εγώ.





1 Η Επιστολή αυτή αποτελεί απάντηση στην Επιστολή 4 του Δ. Μπάλφουρ (3 Σεπτεμβρίου
1936). Βλ. Παράρτημα ΙΙ,4: «Θαρσείτε!». σσ. 372‐383.

2 Προσθήκη: «Θα θέλατε “να δοκιμάσετε μαρτυρική στένωση και όλη την πνευματική οδό που τη συνοδεύει, τη γνώση της ανθρώπινης ματαιότητος των σχεδίων και των πόθων, την εγγύτητα του θανάτου και τα παρόμοια”. Ωστόσο, αν θέλετε να δοκιμάσετε την κατάστασή μου, τότε είμαι έτοιμος να σας πω: “ουκ οίδατε τι αιτείσθε” (Μάρκ. 10,38). “Η μνήμη του θανάτου είναι δώρον Θεού”· “δώρον Θεού”, εννοώ και με αυτήν ακόμη την έννοια ότι ο άνθρωπος δεν μπορεί να πορευθεί σε αυτά τα παθήματα μόνος του, αυτοπροαίρετα».
3 Βλ. Λουκ. 12,32.


Δεν μπορείτε ίσως να φαντασθείτε, πόσο πολύτιμες είναι για μένα οι εκκλήσεις σας να δείξω υπομονή και ανδρεία.
Πραγματικά απέκαμα. Μολονότι δεν έτρεφα «αυταπάτες … για την ευκολία των πνευματικών κατακτήσεων», ωστόσο συνάντησα δυσκολίες που ξεπερνούσαν όλες τις προβλέψεις μου και πείσθηκα για τη μηδαμινότητά μου, που οι διαστάσεις της δεν μου ήταν νωρίτερα γνωστές.
Έχω επίγνωση του μεγαλείου της μοναχικής οδού, αλλά η συνείδηση της μηδαμινότητάς μου, που μου αποκαλύφθηκε αρκετά γρήγορα στην οδό αυτήν, έσπειρε μέσα μου την αμφιβολία για το αν επέλεξα ορθά. Μπορώ να πω [//276] ότι δεν βρήκα την κλήση μου, δεν την κατανόησα, δεν την άκουσα. Ωστόσο συναισθάνομαι ότι θα μου ήταν τελείως αδύνατο να ακολουθήσω άλλη οδό, να βρω άλλη μορφή υπηρεσίας προς τον Θεό και τον πλησίον.
«Ηπάτησάς με, Κύριε, και ηπατήθην, εκράτησας και ηδυνάσθης»4.
Με τον αρνητικό αυτόν τρόπο λύνεται το πρόβλημά μου. Δεν ήθελα, γιατί συναισθανόμουν τη δυσκολία, και ταυτόχρονα ελκύσθηκα. Με πείσμα αντιστάθηκα στον Θεό, αλλά Αυτός βρήκε τρόπο να με αναγκάσει.
Και τώρα μου είναι αφόρητα βαρύ. Ελκύσθηκα με θετικό τρόπο. Η αιτία της αρρώστιας βρίσκεται μέσα μου, γι’ αυτό και είναι αδύνατο να ελαφρώσω τη θέση μου με την αλλαγή της εξωτερικής μου καταστάσεως και των συνθηκών. Έτσι με αρνητικό πάλι τρόπο λύνεται και το πρόβλημα σχετικά με το χώρο της διαμονής μου.
Χθες (5/18 Σεπτεμβρίου) αναχώρησε από εδώ ο Ηγούμενος πατήρ Ιωάννης Σαζοφσκόϋ. Λυπάμαι που δεν έμεινε κοντά μας για μεγαλύτερο διάστημα. Δεν μας άφησε να ευχαριστηθούμε την επικοινωνία μαζί του. Είναι άνθρωπος με ιδιαίτερη καθαρότητα, σαν άγγελος. Είναι ολοφάνερο ότι η χάρη του Θεού αναπαύεται σε αυτόν. Αγαπά τον Θεό με κάποιον ανοικτό τρόπο, σαν παιδί, και γι’ αυτό η συνομιλία μαζί του προκαλεί βαθειά ευφροσύνη, που ενεργεί θεραπευτικά στην ψυχή.
Είμαι έτοιμος να γράψω πολλά γι’ αυτόν. Θα ήθελα να διατηρώ συχνότερη επαφή μαζί του, έστω και μόνο να τον βλέπω. Παρόλα όμως αυτά, όσο και αν  σας φαίνεται παράδοξο, από την περιορισμένη σχέση μαζί του πείσθηκα για την υπεροχή του μοναχισμού μακριά από τον κόσμο.
Αυτός θεωρεί δυνατό να αντικατασταθεί η ύπαρξη των [//277] σημερινών μοναστηριών με αδελφότητες συνεταιριστικής δράσεως, δίνοντας προφανώς προτεραιότητα στη δράση, αλλά σε συνδυασμό βεβαίως με προσευχή και σωφροσύνη· είναι με άλλα λόγια υπέρμαχος μιας ζωής μέσα στον κόσμο, αφοσιωμένης στην υπηρεσία προς τον πλησίον κ.λ.π.
Βέβαια όλα όσα λέει είναι αυτά καθαυτά καλά και αξιέπαινα. Ήταν όμως για μένα απροσδόκητο να διαπιστώσω την έλλειψη κατανοήσεως και εκτιμήσεως






4 Ιερεμ. 20,7.


εκ μέρους του των ιδεωδών του μαύρου μοναχισμού5. Με λύπη σκέφθηκα ότι, αν και τέτοιοι εκλεκτοί, όπως ο πατήρ Ιωάννης, δεν κατανοούν πλήρως το νόημα  του παραδοσιακού μοναχισμού, τι περιμένουμε από τους άλλους;
Σκέφθηκα ότι είναι πραγματικά δυνατό να άρει ο Κύριος από την ανθρωπότητα την τρίτη χάρη6, κατά την έκφραση του οσίου Θεοδώρου του Στουδίτου (πρώτη χάρη αποτελεί το βάπτισμα, δεύτερη η μετάνοια και τρίτη ο μοναχισμός).
Μήπως έφθασε πράγματι ο καιρός, που η μεγαλειώδης, η αληθινά αγγελική παράδοση, θα απορριφθεί από την ανθρωπότητα;
Η επίσκεψη του πατρός Ιωάννη ήταν για μένα ωφέλιμη και από μια άλλη άποψη. Τώρα ο μοναχισμός μου έγινε ιδιαίτερα πολύτιμος (ο μοναχισμός και όχι η αγαμία, που είναι δυνατή και ανάμεσα στον κόσμο).
Εγώ δεν είμαι μοναχός, αλλά ονειροπολώ τον μοναχισμό7. Εννοώ τον μοναχισμό ως ιδιαίτερη μορφή αγάπης.
[//278] Η αγάπη μπορεί να πάρει διάφορες μορφές. Κάποτε δίνει χαρά και κάνει τη ζωή μεταξύ των ανθρώπων ευχάριστη και γόνιμη.
Είναι όμως δυνατή και μια τέτοια μορφή αγάπης, που τυραννεί και καταθλίβει και κάνει τη ζωή αφόρητα βαρειά, όσο δεν εκπληρώνεται ο έσχατος πόθος της και οι δρόμοι που επιλέγονται για την εκπλήρωσή της είναι παράδοξοι.
Πρέπει να υποθέσουμε ότι η ζωή του κάθε ανθρώπου είναι τόσο πολύπλοκη, ώστε, όσο και αν εντείνει την προσοχή του ο άνθρωπος, να μην είναι σε θέση να εννοήσει τις διαδικασίες που γίνονται μέσα του. Αλλά ίσως και αυτή  η ίδια η αυτοσυγκέντρωσή του να τον οδηγεί σε ακόμη μεγαλύτερη απορία, σε βαθύτερη συναίσθηση του μυστηρίου της ζωής.
Οι παρατηρήσεις και η πείρα της ζωής δείχνουν ότι τα παθήματα συνιστούν  το  μόνο  έδαφος,  στο  οποίο  μπορεί  να  φυτρώσει  η  μεγάλη  αγάπη.





5 Μαύρο μοναχισμό ονομάζουν οι Ρώσοι το μοναχισμό των μοναστηριών, μακριά από τον κόσμο. Για τους αγάμους μέσα στον κόσμο χρησιμοποιούν τον χαρακτηρισμό λευκό μοναχισμό.
6 Βλ. Οσίου Θεοδώρου Στουδίτου, Ασκητικαί διδαχαί προς μοναχούς, κεφ. 302, Φιλοκαλία
(ρωσική), τομ. 4, σ. 568.

7 Προσθήκη: «Βλέπω όμως ότι αγαπώ το μοναχισμό. Ο όσιος Ισαάκ ο Σύρος δεν είπε τυχαία, πως μισή ώρα θρήνου στην έρημο είναι πολυτιμότερη μπροστά στον Θεό από την  ωφέλεια πολλών, όλου του κόσμου (βλ. Ισαάκ Σύρου, Λόγος 34,133, ό.π., σ. 133). Ο π. Ιωάννης δεν συμφώνησε μαζί μου και στο ότι για τη διαφύλαξη και μετάδοση της παραδόσεως του αυθεντικού μοναχισμού δια μέσου της διδασκαλίας στις επόμενες γενεές είναι απαραίτητα τα μοναστήρια, η ύπαρξη των οποίων ενδεχομένως χρειάζεται την υλική υποστήριξη απ’ έξω, από το κράτος ή την Εκκλησία ή τους πιστούς, είτε με την παραχώρηση κτημάτων, που να επαρκούν για την υλική εξασφάλιση του μοναστηριού. Βεβαίως, όχι μόνο δεν είναι απαραίτητοι, αλλά είναι και επιζήμιοι  ο πλούτος και ο πλεονασμός, που συναντάμε στο παρελθόν. Ο π. Ιωάννης διατείνεται ότι οι ίδιοι οι μοναχοί οφείλουν να ευεργετούν. Δεν υπάρχει ανάγκη να σας γράψω λεπτομερώς για τη συνομιλία αυτήν. Άλλωστε δεν σκέπτονται όλοι όπως ο π. Ιωάννης Σαχοφσκόϋ».


Ταυτόχρονα αυτό συνδυάζεται με κινδύνους και είναι δυνατό να υπάρξουν και διαστροφές.
Διαφορετικές είναι οι κλήσεις, διαφορετικοί και οι δρόμοι. [//279] Να μια από τις δυνατότητες: το ανικανοποίητο με τη δεδομένη πραγματικότητα και η αναζήτηση μιας άλλης ζωής, αυθεντικής, αιώνιας.
Η επίσκεψη της χάριτος που αρπάζει τον άνθρωπο με μεγάλη δύναμη σε άλλον κόσμο, τον θείο κόσμο, στο άρρητο φως, του φανερώνει και του μεταδίδει την αιωνιότητα. Ύστερα, με διαφορετική πλέον συνείδηση, αφού γνωρίσει τους νόμους της αιώνιας θείας ζωής –και κυρίως της αγάπης προς τον Θεό και τον πλησίον –, ο άνθρωπος εγκαταλείπεται σε αγώνα μέσα στον κόσμο αυτόν.
Όλες οι δυνάμεις συγκεντρώνονται τώρα στη συμμόρφωση της εσωτερικής ζωής της καρδιάς βάσει των νόμων που γνώρισε· κι εδώ αρχίζει η σταυρική οδός. Το φως που είδε αποχωρεί έχοντας «τρώσει» την καρδιά και μένοντας στο νου μόνο με τη μορφή αφηρημένης γνώσεως για τους νόμους της αιώνιας ζωής.
Ο νους που φωτίσθηκε με τον τρόπο αυτόν αρχίζει να βλέπει τη μεγάλη τραγωδία της πτώσεως του ανθρώπου. Και η τραγωδία αυτή  θεωρείται  μέσα στην ίδια την καρδιά μας. Αποδεικνύεται ότι αυτή είναι τελείως γεμάτη από αντίθετα αισθήματα και διαθέσεις.
Δεν υπάρχει στον κόσμο κακό, που να μη βρίσκεται κατά κάποιον τρόπο στην καρδιά μας, κάποτε μάλιστα σε φοβερές διαστάσεις.
Δεν χαίρεται όταν το βλέπει αυτό κάποιος μέσα του. Όταν συνειδητοποιεί τον εαυτό του ζωντανό στον άδη· ώ, πόσο θλιβερό! Κατά το μέτρο που αυξάνει η επίγνωση της αρρώστιας εντείνεται και η δίψα για σωτηρία.
Η συναίσθηση όμως ότι το πεπρωμένο των αδελφών μου είναι όμοιο με το δικό μου γεννά στην καρδιά συμπόνια γι’ αυτούς. Έτσι αναγκαζόμαστε να προσευχόμαστε όχι μόνο για τον εαυτό μας, αλλά για όλους: Κύριε, … ελέησον ημάς, δηλαδή όλους εμάς τους ανθρώπους, χωρίς εξαίρεση.
[//280] Θα σας πω λοιπόν κάτι φοβερό, που ίσως σας φανεί διαστροφή.
Η φροντίδα «για όλους» δυσχεραίνει την υπηρεσία σε ξεχωριστά πρόσωπα και μας εξαναγκάζει κάπως να απομακρυνθούμε από αυτά. Δημιουργείται μια ζέση με κάτι το αφηρημένο. Ωστόσο νομίζω ότι το «όλοι» δεν είναι αφηρημένο πράγμα. Και όμως, εκείνο που ποσοτικά προσδιορίζει το περιεχόμενο της ζωής της ψυχής είναι η απορία και η προσδοκία. Θετικά τίποτε δεν κατανοείς, τίποτε δεν κατορθώνεις. Παντού σκοτάδι. Δεν υπάρχει το φως εκείνο που υπήρχε στην αρχή, παρά μόνο η τυραννική αναμονή: Πότε λοιπόν θα αλλάξει το σκοτάδι αυτό και θα γίνει φως; Κύριε, πότε όμως; … ως πότε;
Ένα άλλο κίνητρο για το μοναχισμό είναι η επιθυμία για αδιάλειπτη προσευχή. Η αγάπη για την προσευχή οδήγησε τους περισσότερους στο Μοναστήρι.
Με την έκφραση «μεγαλειώδης παράδοση» εννοούσα τη νοερά εργασία.
Η ουσία της νοεράς εργασίας περιλαμβάνεται στους λόγους του Κυρίου που αναφέρουν ότι στην καρδιά γεννιούνται, από την καρδιά εξέρχονται διαλογισμοί … Η επιθυμία να τηρήσουμε τις εντολές του Κυρίου κατευθύνει όλη


την προσοχή να συγκεντρωθεί στην καρδιά. Ο νους ανείδεος εν σιωπή προσέχει την καρδιά … Όλο το μυστήριο περιέχεται στους λίγους αυτούς λόγους.
Με την αφορμή αυτή μπορούμε να κάνουμε πολλές σκέψεις γύρω από το γεγονός ότι ο Θεός θεωρείται με καθαρό νου. Όσο ο άνθρωπος δεν απεκδύεται όλα τα κτιστά, δεν μπορεί να κατοπτεύσει τον Θεό και πολλά άλλα. Χαρακτηριστικό του ορθόδοξου «μυστικισμού» είναι η συγκέντρωση όλων των δυνάμεων στην τήρηση των ηθικών ευαγγελικών εντολών. Με την εμβάθυνση στον ηθικο‐πνευματικό κόσμο κατορθώνεται η απέκδυση από τον φυσικό κόσμο. (ΣΥΜΕΩΝ ΝΕΟΣ ΘΕΟΛΟΓΟΣ) [//281] Η απέκδυση αυτή φθάνει ως την πλήρη απώλεια της αισθήσεως όχι μόνο της πραγματικότητας που μας περιβάλλει, αλλά και αυτού του σώματός μας, όπως έχει λεχθεί: «είτε εν σώματι είτε εκτός του σώματος ουκ οίδα»8. Και αυτό συμβαίνει τόσο ήσυχα, τρυφερά (δεν γνωρίζω πώς να το περιγράψω), ώστε ο άνθρωπος δεν παρατηρεί καθόλου πώς γίνεται, αλλά μόνο μετά την προσευχή «ανακαλύπτει», «υποπτεύεται» τί του συνέβη.
Κάθε άλλη οδό, όπως π.χ. την οδό της τεχνητής απεκδύσεως του νου από την ύλη (δηλαδή από την παράσταση οποιουδήποτε υλικού πράγματος), από σκέψεις, της βύθισής του στο γνόφο της απουσίας σκέψεων, χωρίς να κατευθύνεται από την αρχή εκείνη, για την οποία μίλησα παραπάνω, την θεωρώ ξένη προς τον ορθόδοξο ασκητισμό. (ΤΩΡΑ)
Μου φαίνεται ότι έγραψα υπερβολικά πολλά. Εσείς τα γνωρίζετε όλα  αυτά, αλλά αντιδικώντας κατά κάποιον τρόπο (ωστόσο με αγάπη) με τον πατέρα Ιωάννη, εξέθεσα τις σκέψεις μου για τον παραδοσιακό (μαύρο) μοναχισμό. (Γνωρίζετε, ελπίζω, ότι ο πατήρ Ιωάννης Σαχοφσκόϋ έχει ήδη προ πολλού γράψει βιβλίο για τον λευκό, δηλαδή μέσα στον κόσμο, μοναχισμό).
Γνωρίζετε τις συνθήκες που επικρατούν σε μας9. Φοβάμαι [//282] να τον συμβουλέψω να έλθει στον Άθω, έστω και για λίγο. Όποιος και αν έλθει, απογοητεύεται. Είναι σκάνδαλο, δεν υπάρχει ούτε ίχνος γνήσιου  μοναχισμού ούτε ακόμη ανθρώπινου σεβασμού. Ταυτόχρονα δεν υπάρχει δυνατότητα να προστατέψουμε τους επισκέπτες από οποιαδήποτε ψυχρή συμπεριφορά εκ μέρους της «διοικήσεώς» μας. Ο πατήρ Ιωάννης αναχώρησε τόσο γρήγορα εν μέρει, νομίζω, γιατί του αρνήθηκαν εκκλησιαστική κοινωνία, ενώ είναι κουρά της Μονής μας.







8 Β’ Κορ. 12,2.
9 Προσθήκη: «Αυτόν τον καιρό στον Άθω, όπως γνωρίζετε, δεν έχουμε τη δυνατότητα να του εξασφαλίσουμε έστω και τις στοιχειώδεις υποφερτές συνθήκες. Γνωρίζω την υπερβολικά βαρειά, από ηθικής πλευράς, ατμόσφαιρα του μοναστηριού μας σχετικά με το “ημερολόγιο” και τις δικαιοδοσίες, ταυτόχρονα όμως και την ανικανότητα των πατέρων μας να δείξουν κατανόηση για ανθρώπους, όπως ο Βλαδίμηρος. Θα του αναθέσουμε φορτίο σωματικής εργασίας που θα ξεπερνά τις δυνάμεις του και κάτω από αφόρητες για μορφωμένο άνθρωπο συνθήκες (χαμηλές σε σημείο βαρβαρότητας)».


Ο πατήρ Σιλουανός λέει την αλήθεια· δεν ζούμε μοναχικά, γι’ αυτό και δεν πρέπει να μας εκπλήσσει, όταν οι άνθρωποι αποφεύγουν την επικοινωνία μαζί μας, ως κάτι ανώφελο.
Τον πατέρα Γεράσιμο τον είδα όλο και όλο μια‐δυο φορές και τον αγάπησα για την τρυφερή, ευγενική ψυχή του. Αν είναι ακόμη μαζί σας, διαβιβάστε του τους αδελφικούς χαιρετισμούς και τις καλύτερες ευχές μου. Θα χαρώ να δω ότι έγινε καλά και να συνομιλήσω μαζί του.
Χαίρομαι  για  τη  γνωριμία  σας  με  τον  πατέρα  Ευστάθιο  Χημσδάρσκυν.
Στέλνω και σε αυτόν τους χαιρετισμούς μου. Είναι ο παλαιότερος αδελφός μου.
Είμαι ευτυχής που πλησιάσατε τον πατέρα Ιωάννη Σαχοφσκόϋ. Κρίμα που είμαστε σκορπισμένοι, μολονότι είμαστε λίγοι.
Ο πατήρ Κωνσταντίνος (Γεστόφτ) ήρθε στον πατέρα Ανδρόνικο.
Στο τελευταίο γράμμα σας θίγετε μερικά σπουδαία θέματα. [//283] Δεν τολμώ να απαντήσω σε αυτά. Για τον «μεγαλοφυή» Ιωάννη του Σταυρού σημειώνω ότι το βιβλίο του, που έπαιξε καθοριστικό ρόλο στη ζωή σας –με τις αποκαλύψεις του για τα μυστήρια της πνευματικής ζωής– αποδείχθηκε για μένα σημαντική ανακάλυψη μόνο σχετικά με την ύπαρξη στη Δύση μιας πρωτότυπης μεθόδου ησυχίας. Μου φαίνεται ότι στο τελευταίο μου γράμμα σας έγραψα ότι δεν αποδίδω στις μεθόδους αυτές καθαυτές σημασία μεγαλύτερη από όση σε κάποιο μέσο. Τις βλέπω δηλαδή ως κάτι το σχετικό. (ΤΩΡΑ)
Ουσιωδέστερη μου φάνηκε όχι η πρωτότυπη ερμηνεία των διαδικασιών της πνευματικής ανάπτυξης καθεαυτήν, αλλά η αποφασιστικότητά του να πορευθεί μέσα από τη «σκληρή» οδό, ακολουθώντας τη γραμμή της μεγαλύτερης αντιστάσεως· η μέριμνά του να διατηρεί το νου ανείδεο με μοναδική ορμή προς τον Θεό και η αντίληψή του για την τέλεια ζωή ως ζωή αποκλειστικά της αγάπης. Το εμπνευσμένο βιβλίο του παροτρύνει την ψυχή στην απόφαση να βαδίσει  με  υπομονή  μέσα  από  την  ξερή  και  γνοφώδη  έρημο  προς  τη  γη της
επαγγελίας.
Για τα βάσανα και το καθαρτήριο.
Νομίζω ότι στους Βίους των αγίων, στο Λειμωνάριο και αλλού, υπάρχει και το στοιχείο του θρύλου, η «μυθολογία», όπως θα έλεγε ο Ν. Α. Μπερδιάγιεφ. Θα πω ειλικρινά ότι η διαφορά στη διδασκαλία της Ορθόδοξης και της Καθολικής Εκκλησίας για τη μετά θάνατο κατάσταση των κεκοιμημένων δεν είναι, κατά τη γνώμη μου, ουσιώδης. Η ιδέα της μετά θάνατο «διαπαιδαγωγήσεως» της ψυχής δεν είναι ξένη ούτε στη μια ούτε στην άλλη. Η ιδέα όμως του «καθαρτηρίου», ως τόπου από τον οποίο, μετά τη διαμονή για ορισμένο διάστημα τιμωρίας ανάλογο με την αμαρτωλότητα‐ρυπαρότητα [//284] της ψυχής, όλοι μεταβαίνουν στον παράδεισο, μου φαίνεται εσφαλμένη. Η κίνηση της ελεύθερης ψυχής, που δεν πέτυχε τη σταθερότητα της τελειότητος, νομίζω πως μπορεί να είναι πάντοτε διπλή. Αν αποδεχθούμε ως δυνατή την έξοδο της ψυχής από τον άδη με τη δύναμη του Θεού, τότε δεν υπάρχει καμιά ανάγκη να υποθέσουμε την ύπαρξη ενός τρίτου «χώρου», δηλαδή του καθαρτηρίου (ΚΑΘΑΡΤΗΡΙΟ). Κατά τη γνώμη μου η διδασκαλία της Ορθόδοξης Εκκλησίας διαφέρει από εκείνη της Καθολικής στο εξής: Αν η ψυχή εξαιτίας της ρυπαρότητός της δεν είναι σε θέση να μεταβεί


στον παράδεισο, τότε πηγαίνει στον άδη, και από εκεί πλέον μόνο ο Θεός γνωρίζει πότε, πως και γιατί ενδέχεται να βγει για τον παράδεισο.
Όπως στον «οίκον του Πατρός» υπάρχουν «μοναί πολλαί»10, δηλαδή διάφοροι βαθμοί μακαριότητος, έτσι και στον άδη υπάρχουν διάφορα βάσανα. Η μεταθανάτια πορεία της ψυχής, τα τελώνια, περιγράφονται με  ποικίλους τρόπους.
Δεν γνωρίζω σε ποιο μέτρο η περιγραφή της οσίας Θεοδώρας μπορεί να γίνει δεκτή, δηλαδή κατά πόσο είναι αναπόφευκτη η πορεία μέσα από όλες τις
«ιεραρχικές βαθμίδες» ή κατά πόσο είναι δυνατό να ακολουθηθούν και άλλοι δρόμοι με μικρότερο, ας υποθέσουμε, αριθμό σταθμών, ίσως μάλιστα και  εντελώς χωρίς δοκιμασίες από τα εναέρια «τελώνια». Δεν μου είναι σαφές  ακόμη, αν πρέπει να τα εκλάβω όλα αυτά κατά λέξη ή αλληγορικά.
Τέτοια ζητήματα δεν προσελκύουν την προσοχή μου. Διαβάζοντας το γράμμα σας διέκρινα ότι όλα τα σκεφθήκατε με σοβαρότητα και οι σκέψεις σας είναι όμοιες με τις δικές μου.
Όπως εσείς, έτσι κι εγώ νομίζω ότι η σωτηρία επιτυγχάνεται [//285] με την απαραίτητη προϋπόθεση της συμμετοχής στα παθήματα του Χριστού.
Προσεύχεσθε για μένα.
Η ψυχή μου είναι γεμάτη ελπίδα ότι η εν Χριστώ αγάπη μας θα μείνει αιώνια.
Ο ανάξιος εν Χριστώ αδελφός σας,
o αμαρτωλός ιεροδιάκονος Σωφρόνιος Άθως, Ιερά Μονή Αγίου Παντελεήμονος
Ο πατήρ Μάρκελλος χάρηκε, όταν του διάβασα τους χαιρετισμούς και τις ευχές σας.
Σήκωσε ψηλά το άρρωστο χέρι του και είπε: «Ώ, ο πατήρ Δημήτριος είναι τέτοιος άνθρωπος, τέτοιος άνθρωπος!», και έπειτα για πολύ μιλούσε με αγάπη για το τί λογής άνθρωπος είστε.
Υπομένει την ασθένεια με εκπληκτική ανδρεία και ευχαριστεί τον Θεό:
«Για μένα τώρα η υγεία θα μου ήταν βάρος. Τί μου χρειάζεται; Ήμουν υγιής, κουβαλούσα δοκάρια, υπήρχε δύναμη. Σε όλα αυτά δεν υπάρχει νόημα». Είμαι έτοιμος για τον θάνατο. «Κάθε λεπτό είμαι έτοιμος να πεθάνω …». Είναι ειρηνικός, μεγαλοπρεπής. Προκαλεί βαθειά εντύπωση.
Μου ζήτησε να σας στείλω τα σεβάσματά του.
ιεροδιάκονος Σωφρόνιος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου